Η έννοια του «εθελοντή» προσδιορίζεται από τα κύρια χαρακτηριστικά του, δηλαδή την ανιδιοτέλεια, την κοινωνική προσφορά και την ελευθερία βούλησης. Έτσι ο εθελοντισμός σχετίζεται με την εργασία που παρέχεται δωρεάν (με την έννοια της απουσίας χρηματικών απολαβών) και έχει θετικές κοινωνικές εκροές για ομάδες, κοινότητες, ή την κοινωνία γενικά.
Η εθελοντική εργασία δεν προκύπτει από ρητή εξαναγκαστική εντολή από εργοδότη ή το κράτος, ενώ κατευθύνεται προς τρίτους και όχι προς συγγενικά και φιλικά πρόσωπα ή ανάλογα κοινωνικά δίκτυα που μετέχει ο εθελοντής, όπου αναμένεται ανταπόδοση των δωρεάν υπηρεσιών. Η εθελοντική εργασία είναι δυνατόν να παρέχεται ατομικά ή οργανωμένα, μέσα από κάθε είδους φορέα, είτε πρόκειται για τον κρατικό τομέα, είτε για κερδοσκοπικούς ή μη κερδοσκοπικούς οργανισμούς.
Η «Κοινωνία των Πολιτών» ως Ιδέα παραπέμπει στο αίτημα «Περισσότερη ελευθερία των πολιτών απέναντι στο κράτος» και είναι έκφραση της έμπρακτης συμμετοχής του πολίτη στη διαμόρφωση του πεπρωμένου του. Η σύγχρονη έννοια της κοινωνίας των πολιτών συμπεριλαμβάνει γενικότερα την έννοια του ενεργού πολίτη, ο οποίος συμμετέχει στις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και που αναλαμβάνει ο ίδιος την ευθύνη για τη βελτίωση της δικής του ζωής, όπως και των συνανθρώπων του. Προσδίδει ιδιαίτερο νόημα στη δημοκρατία, καθώς δεν περιορίζεται στο δικαίωμα της ψήφου, αλλά συνεργάζεται ή αντιτίθεται σε πολιτικές που επηρεάζουν τη δική του ζωή όπως και των συμπολιτών του, σεβόμενος πάντοτε τη θέληση της πλειοψηφίας και τα δικαιώματα όλων των ανθρώπων. Η κοινωνία των πολιτών είναι συνυφασμένη με την «περισσότερη» ελευθερία, αλλά και τη μεγαλύτερη ευθύνη του πολίτη για το μέλλον αυτού του κόσμου.
Η προσφορά των πολιτών μεγιστοποιείται όταν παρέχεται οργανωμένα, συνήθως με συμμετοχή σε κάποια οργάνωση, δηλαδή σύμπραξη προσώπων με έναν ή περισσότερους κοινούς σκοπούς. Ανάλογα με τη φύση των σκοπών διακρίνουμε και τον τομέα που δραστηριοποιείται μία οργάνωση.
Στον «Τομέα της Αγοράς» είναι η κερδοσκοπική επιχείρηση, στον «Κρατικό Τομέα» είναι οι κυβερνητικές οργανώσεις και στον «Τομέα της Κοινωνίας των Πολιτών» είναι οι μη κυβερνητικές - μη κερδοσκοπικές οργανώσεις. Έτσι συχνά ο μη κερδοσκοπικός τομέας ονομάζεται και «Τρίτος Τομέας». Ο όρος μη κυβερνητική οργάνωση υποδηλώνει ότι μία οργάνωση δεν είναι κρατική. Συνηθίζεται να αποκαλούνται ως «μη κυβερνητικές» όλες οι μη κερδοσκοπικές οργανώσεις που δραστηριοποιούνται σε περισσότερες από μία χώρες.
«Ο μη κερδοσκοπικός τομέας αναφέρεται σε οργανώσεις που μπορεί να είναι διαφορετικές μεταξύ τους και καλύπτουν ένα τεράστιο φάσμα από δραστηριότητες, σε πεδία που η αγορά και το κράτος είτε δεν δραστηριοποιούνται αρκετά συχνά είτε αρκετά αποτελεσματικά ή δεν δραστηριοποιούνται καθόλου». Αυτός ο ορισμός φανερώνει ότι υπάρχει ένας «χώρος» στις σύγχρονες κοινωνίες που η αγορά και το κράτος συνήθως δεν δραστηριοποιούνται.
Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος του ΚΕΜΕΛ σε αυτή την έντονη κινητοποίηση των πολιτών του κόσμου; Πρώτα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το ΚΕΜΕΛ ως εθελοντική οργάνωση έχει συγγενική ιδεολογία με τις κινήσεις της κοινωνίας των πολιτών και φυσικά με τις μη κερδοσκοπικές - μη κυβερνητικές οργανώσεις. Είναι φυσικό πολλές από αυτές τις οργανώσεις να μην έχουν την απαιτούμενη οργάνωση αλλά ούτε και τους πόρους για να αναθέσουν σε επαγγελματίες το σχεδιασμό και υιοθέτηση σύγχρονων μεθόδων διοίκησης. Το ΚΕΜΕΛ μπορεί να αναδειχθεί σε πολύτιμο σύμμαχο και σύμβουλο όλων αυτών των οργανώσεων, διότι αν και δεν διαθέτει χρηματικούς πόρους, διαθέτει όμως τις δεξιότητες και τη μακρά αποδεδειγμένη εμπειρία των μελών του.
Αντιγράφουμε από το όραμα του ΚΕΜΕΛ: «Το Όραμά μας είναι να αναδείξουμε το ΚΕΜΕΛ σε έναν από τους πλέον έγκυρους εθελοντικούς πυρήνες παροχής συμβουλών και μεταφοράς εμπειριών και με τον τρόπο αυτό να συμβάλλουμε αποτελεσματικά στην ανάπτυξη της Ελληνικής Κοινωνίας των Πολιτών». Παράδειγμα προσφοράς του ΚΕΜΕΛ στον χώρο της κοινωνίας των πολιτών αποτελεί η συνεργασία με το «Έργο Πολιτών». Στα πλαίσια αυτής της συνεργασίας μέλη του ΚΕΜΕΛ συμμετείχαν αφιλοκερδώς σε ομάδες εκπόνησης έργου σχετικού με την οργάνωση και τους κανόνες λειτουργίας των ΜΚΟ. Για παράδειγμα, την τελευταία τριετία, μέλη του ΚΕΜΕΛ συμμετείχαν, χωρίς οποιαδήποτε αμοιβή, στην εκπόνηση των εξής μελετών:
«Μελέτη Βέλτιστων Πρακτικών Απεικόνισης Οικονομικής Κατάστασης Μη Κερδοσκοπικών Οργανώσεων (2007)». Συμμετείχε ο Σπύρος Λορεντζιάδης, π. Διευθύνων Σύμβουλος της Arthur Andersen, μέλος του ΚΕΜΕΛ.
«Έρευνα του Ισχύοντος Νομικού & Φορολογικού Πλαισίου για τις Οργανώσεις της Κοινωνίας Πολιτών (2008)». Συμμετείχε ο Τίμος Λιζάρδος, π. Διευθυντής Φορολογικού Τμήματος Arthur Andersen, μέλος του ΚΕΜΕΛ.
«Προσέγγιση Οργανωτικών & Διοικητικών Ζητημάτων των Οργανώσεων της Κοινωνίας Πολιτών (2009)». Συμμετείχε ο Γιάννης Μεθόδιος, π. Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος της Accenture Ελλάδος, μέλος του ΚΕΜΕΛ.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι μελέτες αυτές αποτελούν σημαντικό μέχρι σήμερα έργο του «Έργου Πολιτών», και αυτό με ελάχιστο κόστος υλοποίησης.
Το ΚΕΜΕΛ είναι εθελοντική οργάνωση που δεν διαθέτει μεν οικονομικά μέσα, όμως έχει συγκεντρωμένη γνώση και πείρα σε θέματα οργάνωσης, διοίκησης και ελέγχου οργανώσεων και επιχειρήσεων που ξεπερνάει κατά πολύ τα 1000 ανθρωπο-έτη. Και αυτό το δυναμικό προσφέρεται στην κοινωνία εθελοντικά και δωρεάν. Μπορεί συνεπώς να συμβάλει στη δημιουργία ενός οργάνου αποτελεσματικού και καθόλου δαπανηρού, που μπορεί να είναι αφ’ ενός ο σύμβουλος και σύμμαχος όποιων ΜΚΟ έχουν τέτοια ανάγκη και αφ’ ετέρου να συμβάλει στην υιοθέτηση κριτηρίων και διαδικασιών αξιολόγησης των ΜΚΟ. Γιατί χρειάζεται αξιολόγηση των ΜΚΟ; Διότι σε πρόσφατα δημοσιεύματα στον τύπο διαβάσαμε για «πάρτι με τις ΜΚΟ» και για αμφιλεγόμενες κρατικές επιδοτήσεις προς διάφορες «Μη Κερδοσκοπικές Οργανώσεις» μέσω διαφόρων Υπουργείων. Βέβαια και σε άλλες χώρες του δυτικού κόσμου υπήρξαν σκάνδαλα που σχετίζονται με ΜΚΟ αφού παντού υπάρχουν επιτήδειοι που βρίσκουν τρόπους να οικειοποιηθούν τις Κοινοτικές ή εθνικές επιδοτήσεις. Τέτοιες γενικεύσεις όμως είναι άδικες για τη μεγάλη πλειοψηφία των ΜΚΟ που παράγουν σημαντικό έργο για την κοινωνία. Το ΚΕΜΕΛ θα μπορούσε να συμβάλει ουσιαστικά σε μια διαδικασία αξιολόγησης των ελληνικών ΜΚΟ και τον εντοπισμό των κίβδηλων Οργανώσεων. Παράλληλα θα μπορούσε να βοηθήσει στη βελτίωση της αποδοτικότητας των ΜΚΟ αγαθών προθέσεων. Τα κριτήρια αξιολόγησης και πιστοποίησης των ΜΚΟ πρέπει να επιλεγούν προσεκτικά και μπορούν, ενδεικτικά, να περιλαμβάνουν:
• Έλεγχο του σκοπού και του είδους των παρεχομένων υπηρεσιών και πιστοποίηση ότι ο χώρος δεν καλύπτεται επαρκώς από την αγορά (κερδοσκοπικός τομέας) ή το κράτος.
• Κριτήρια που αφορούν την εσωτερική οργάνωση και λειτουργία. Εδώ θα πρέπει να προβλεφθούν περισσότερες της μιας κατηγορίες ΜΚΟ ώστε να μην αποθαρρυνθούν μικρές οργανώσεις με υποτυπώδη οργάνωση που ωστόσο προσφέρουν κοινωνικό έργο.
• Κριτήρια που αφορούν τον τρόπο χρηματοδότησης και τις τυχόν εξαρτήσεις που αυτός συνεπάγεται
• Κλπ
Ταυτόχρονα το ΚΕΜΕΛ βρίσκεται ήδη σε επαφή με δευτεροβάθμιες οργανώσεις ΜΚΟ. Παράδειγμα είναι η Βουλή της Κοινωνίας των Πολιτών (www.koinoniamko.gr ) που έχει κάνει ένα φιλόδοξο εντυπωσιακό ξεκίνημα. Τελικός στόχος θα πρέπει να είναι, πέρα από το ξεκαθάρισμα της ήρας από το στάρι στον χώρο των ΜΚΟ, η προβολή, με μετρήσιμα αντικειμενικά κριτήρια, των ΜΚΟ που παράγουν ουσιαστικό έργο.
Αθήνα Σεπτέμβριος 2010