O Δείκτης Νέων Εργαζομένων της PwC αξιολογεί το κατά πόσο οι χώρες του ΟΟΣΑ συμβάλουν με επιτυχία στην εξέλιξη των νέων τους
PWC: 32η η Ελλάδα (από τις χώρες του ΟΟΣΑ) στην ένταξη των νέων στην οικονομία
Η Ελλάδα βρίσκεται στην 32η θέση από τις 34 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ. Το ΑΕΠ των χωρών αυτών θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 1,2 τρισ. δολάρια αν οι νέοι εντάσσονταν καλύτερα στην οικονομία, αναφέρει η PWC.
Ειδικότερα, στην τελευταία έκθεση των οικονομολόγων της PwC, συγκρίνονται η συμμετοχή των νέων στην απασχόληση, στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση σε 34 χώρες του ΟΟΣΑ.
Η έκθεση καταλήγει στα ακόλουθα βασικά συμπεράσματα:
* Η Ελβετία και η Γερμανία βρίσκονται στην κορυφή της κατάταξης των πιο επιτυχημένων χωρών για το 2014, ενώ ακολουθούν η Αυστρία, η Ισλανδία, η Νορβηγία και ο Καναδάς
* Στις περισσότερες χώρες παρατηρείται πτώση της βαθμολογίας μεταξύ 2006 και 2011, αντανακλώντας τις αρνητικές επιπτώσεις που είχε η παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση στους νέους εργαζόμενους. Πολλές χώρες έχουν σημειώσει σημαντική βελτίωση σε σχέση με το 2011, όχι όμως όλες, για αυτό και η μέση βαθμολογία των χωρών του ΟΟΣΑ για το 2014 εξακολουθεί να είναι σημαντικά χαμηλότερη σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα του 2006.
* Εάν όλες οι χώρες μπορούσαν να μειώσουν τα ποσοστά των νέων μεταξύ 20 και 24 ετών που βρίσκονται εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης στα γερμανικά επίπεδα, οι περισσότερες χώρες του ΟΟΣΑ θα μπορούσαν να πετύχουν σημαντική ενίσχυση του ΑΕΠ τους μακροπρόθεσμα, από περίπου 1% στη Σουηδία και τη Δανία σε περίπου 3% στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο και έως και 7-9% στην Ισπανία, την Ελλάδα, την Ιταλία και την Τουρκία.
* Σε τιμές ΑΕΠ 2015, το πιθανό μακροπρόθεσμο όφελος στο συνολικό ΑΕΠ των χωρών του ΟΟΣΑ θα μπορούσε να φτάσει τα 1,2 τρις δολάρια.
Οι κεντρικές Ευρωπαϊκές οικονομίες της Ελβετίας, της Γερμανίας και της Αυστρίας καταλαμβάνουν τις 3 πρώτες θέσεις του πρόσφατου Δείκτη Νέων Εργαζομένων της PwC, στον οποίο αποτυπώνεται η επιτυχία -ή μη- των χωρών να αξιοποιήσουν τους νέους κάτω των 25.
Σύμφωνα με την έρευνα, οι χώρες που βρίσκονται χαμηλά στην κατάταξη μπορούν να ενισχύσουν μακροπρόθεσμα τις οικονομίες 2 από 5 τους με δισεκατομμύρια δολάρια εάν εφαρμόσουν τις βέλτιστες πρακτικές για την ενίσχυση και αξιοποίηση αυτών των προοπτικών.
Το μήνυμα είναι αντίστοιχο με εκείνο που προέκυψε από τον Δείκτη της Χρυσής Ηλικίας που δημοσίευσε για πρώτη φορά η PwC τον Ιούνιο του 2015 και αφορούσε τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους.
Ο Δείκτης Νέων Εργαζομένων της PwC αποτελεί τον σταθμικό μέσο 8 δεικτών που αντανακλούν τη δραστηριοποίηση στην αγορά εργασίας και τη συμμετοχή στην εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση των νέων μέχρι 25 ετών σε 34 χώρες μέλη του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη (ΟΟΣΑ).
Ο John Hawksworth, Επικεφαλής Οικονομολόγος της PwC και ένας από τους συντάκτες της έκθεσης, αναφέρει:
«Σε αντίθεση με την προηγούμενη έρευνα μας για τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζόμενους και τις γυναίκες στην αγορά εργασίας, στις οποίες οι Σκανδιναβικές χώρες βρίσκονται συνεχώς στην κορυφή, σε αυτήν την έρευνα φαίνεται ότι οι κεντρικές Ευρωπαϊκές χώρες όπως είναι η Γερμανία, η Ελβετία και η Αυστρία αποτελούν τα καλύτερα πρότυπα ανάπτυξης των δυνατοτήτων των νέων ανθρώπων. Στις χώρες αυτές η αύξηση της ανεργίας στους νέους λόγω της παγκόσμιας ύφεσης ήταν περιορισμένη, καθώς χάρη στα συστήματα που εφαρμόζουν στην εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση και τη μαθητεία ελαχιστοποιείται ο αριθμός των νέων ανθρώπων που μένουν εκτός της αγοράς εργασίας.
Η έκθεση περιλαμβάνει και μια εκτίμηση της πιθανής μακροπρόθεσμης ενίσχυσης των οικονομιών του ΟΟΣΑ εάν κατάφερναν να φτάσουν τα συγκριτικά χαμηλότερα ποσοστά των νέων (20-24) εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης (young people not in employment, education or training - ΝΕΕΤ). Όπως φαίνεται και στον Πίνακα 2, το πιθανό όφελος θα κυμαινόταν από περίπου 1% του ΑΕΠ στη Σουηδία και τη Δανία σε περίπου 3% του ΑΕΠ στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο και τη Γαλλία, με τα μεγαλύτερα πιθανά οφέλη στην Τουρκία, την Ιταλία, την Ελλάδα και την Ισπανία στις οποίες θα μπορούσαν να φτάσουν και το 7-9% του ΑΕΠ. Στο σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ η εκτιμώμενη μακροπρόθεσμη αύξηση του ΑΕΠ θα μπορούσε να φτάσει τα 1,2 τρις δολάρια (σε τιμές ΑΕΠ 2015).
Ο John Hawksworth, συνεχίζει:
«Σύμφωνα με την ανάλυσή μας, τα πιθανά μακροπρόθεσμα οικονομικά οφέλη που μπορούν να προκύψουν από τη μείωση του αριθμού των νέων μεταξύ 20 και 24 ετών που βρίσκονται εκτός απασχόλησης, εκπαίδευσης ή κατάρτισης -γνωστοί ως ΝΕΕΤ- είναι μεγάλα. Στο σύνολο των χωρών του ΟΟΣΑ, το πιθανό μακροπρόθεσμο όφελος θα μπορούσε να ξεπεράσει τα 1,2 τρις δολάρια εάν όλες οι χώρες μπορούσαν να πετύχουν τις επιδόσεις της Γερμανίας. Οι κυβερνήσεις και οι επιχειρήσεις πρέπει να συνεργαστούν για να διασφαλίσουν ότι όλοι οι νέοι άνθρωποι διαθέτουν τις δεξιότητες και τις ευκαιρίες που χρειάζονται για να ενταχθούν και να αποδώσουν σε μια σύγχρονη, παγκοσμιοποιημένη οικονομία».
Τα μέτρα κυβερνητικής πολιτικής που θα μπορούσαν να βελτιώσουν τις βαθμολογίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων, την αύξηση του μεριδίου στις ευκαιρίες μαθητείας και στα μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης που αναλογεί στους νέους ανθρώπους και την μεγαλύτερη έμφαση στην κοινωνική ένταξη ώστε να επανενταχτούν όσοι κινδυνεύουν να εγκαταλείψουν το σχολείο και την εργασία. Η έκθεση της PwC αναδεικνύει, για παράδειγμα, μια σειρά από πρωτοβουλίες της γερμανικής κυβέρνησης όσον αφορά τη συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, συμπεραίνοντας ότι θα μπορούσαν και άλλες χώρες να επωφεληθούν σημαντικά από την υιοθέτηση διεθνών βέλτιστων πρακτικών.
Ο Κυριάκος Ανδρέου, επικεφαλής του τομέα συμβουλευτικών υπηρεσιών της PwC στην Ελλάδα σχολίασε:
«Το πλέον δυναμικό τμήμα του ανθρώπινου δυναμικού μένει στο οικονομικό περιθώριο στην Ελλάδα. Η συστηματική επανένταξή του με εξειδικευμένα προγράμματα και ειδικά κίνητρα θα μπορούσε να προσθέσει στο ελληνικό ΑΕΠ 8 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή περίπου €15 δις, ποσό τόσο μεγάλο όσο και η διαχρονική αδυναμία της κρατικής πολιτικής να ταιριάξει καλύτερα τις δυνατότητες και δεξιότητες των νέων με την ζήτηση της αγοράς.»
Ο Jon Andrews, επικεφαλής του παγκόσμιου δικτύου της PwC στον τομέα διοίκησης ανθρώπινου δυναμικού και οργανισμών (People and Organisation), δήλωσε:
«Οι επιχειρήσεις μπορούν να αντιμετωπίσουν βραχυπρόθεσμα τις δυσκολίες σε έλλειψη δεξιοτήτων λόγω της μεγάλης ανεργίας στους νέους, όμως αυτό μπορεί να έχει και πιο μακροπρόθεσμο αντίκτυπο με τη μορφή χαμηλής παραγωγικότητας και έλλειψης καινοτομίας. Είναι ζωτικής σημασίας για τις επιχειρήσεις να αναδιοργανωθούν με στόχο να προσελκύουν και να διατηρούν νέα, και στην ηλικία και στο εργασιακό περιβάλλον, ταλαντούχα στελέχη - επενδύοντας για παράδειγμα περισσότερους πόρους στον θεσμό της μαθητείας και στην επαγγελματική κατάρτιση των νεότερων ηλικιακά εργαζομένων».
Η έκθεση της PwC εξετάζει επίσης και τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις για τις επιχειρήσεις που αναδεικνύονται από τον δείκτη και τις συνδέει με μια προηγούμενη έρευνα της PwC που είχε θέμα την έλλειψη δεξιοτήτων και τα διαφορετικά εργασιακά χαρακτηριστικά της γενιάς της χιλιετίας, των millennials.
Διαβάστε ολόκληρη την έκθεση ΕΔΩ.